Είναι Τετάρτη απόγευμα και η στιγμή μας βρίσκει στις αποβάθρες του ΗΣΑΠ στην ομόνοια. Ξάφνου εκεί που όλοι καρτερούσαν να φανεί το τρένο κοιτώντας όλοι προς την ίδια μεριά, παραδίπλα, εκεί που τα πρώτα βαγόνια σταματούν, η άκρη του ματιού μου συλλαμβάνει μια περίεργη φιγούρα. Ένας χρήστης ναρκωτικών, γύρω στα 35 με 40, πάλευε να περπατήσει. Στο χέρι ένα κινητό.
Συνηθισμένος από τέτοιες εικόνες στην ομόνοια δεν έδωσα πολύ σημασία. Το τρένο σταμάτησε. Βρισκόμασταν μπροστά απ' το πρώτο βαγόνι. Σε λίγο θα άνοιγε η πόρτα. Αφήσαμε τον πολύ τον κόσμο να περάσει μπροστά μας, καθώς το συνηθίζω να μπαίνω τελευταίος. Αφού καθάρισε σχεδόν ο χώρος πίσω μου, κοντά στο παγκάκι ,κάθετα σ' αυτό, ο άντρας που είχα δει πριν κείτονταν κάτω. Το κινητό γλίστρησε από την μισάνοιχτη παλάμη του. Το βλέμμα μου προχώρησε προς το πάνω μέρος του κορμού του ψάχνοντας για το πρόσωπο. Φαντάστηκα πως απλά είχε μόλις φτιαχτεί και έλιωνε στο πάτωμα. Το κεφάλι του ήταν πίσω από μια επιδαπέδια πινακίδα. Τα μάτια μου έψαξαν στο χώρο για κάποιον που να κοιτάζει ότι κι εγώ και είδαν λίγους.
Μια κοπέλα που βρισκόταν μπροστά του κοίταζε προς την πόρτα του βαγονιού όταν ξαφνικά, σαν κάποιος να την ακούμπησε στον ώμο, γύρισε και βλέποντάς τον έσπασε αυτό που μέσα στο μυαλό μου έμοιαζε σιωπή.
Κάτι σαν βοήθεια ήταν τα λόγια που βγήκαν. Ακολούθησε ένας νέος με κουστούμι και βαλίτσα στο χέρι που βρέθηκε πάνω απ' τον άντρα. Κινήθηκε λίγο σαστισμένα, αριστερά προς τις σκάλες που σε βγάζουν στα εκδοτήρια και με μια ξαφνική αλλαγή κατεύθυνσης με βήμα πιο αποφασιστικό και γρήγορο έφτασε στην πόρτα στο τέλος της αποβάθρας. Ήταν όμως κλειστή και ο νέος με το κουστούμι γύρισε αλλού το βλέμμα του που έψαχνε για βοήθεια.
Δεν είδα την επόμενή του κίνηση γιατί είχα ήδη ξεκινήσει για το δωμάτιο ελέγχου στο μέσον της αποβάθρας. Ήξερα ότι κάποιος σίγουρα θα βρίσκεται εκεί. Λίγο παραπέρα ένας μεσήλικας, χρήστης κι αυτός, που ψέλλιζε σε μια καστανή κοπέλα με αλογοουρά να καλέσει ένα ασθενοφόρο με το κινητό της. Καθώς απομακρυνόμουν την άκουσα να τον καθησυχάζει.
Οι πόρτες είχαν ανοίξει και το πλήθος είχε κιόλας μπει στα βαγόνια. Σχεδόν άδεια η αποβάθρα στην κατεύθυνση προς Πειραιά όταν έσκυψα στο χαμηλό παράθυρο.
Δύο άντρες γύρω από ένα γραφείο έμοιαζαν να συζητούν σε χαλαρό ύφος. Ο ένας έσκυβε πάνω από κάτι χαρτιά.
-Κάποιος χρειάζεται βοήθεια. Κάποιος έχει πέσει κάτω και δεν κινείται.
Αμέσως ο άντρας που καθόταν έξω από το γραφείο πετάχτηκε από την καρέκλα του και έκανε να βγει από το δωμάτιο ελέγχου.
-Τι έγινε; Με ρώτησε λίγο τρομαγμένος καθώς κι οι δυο κινηθήκαμε προς την αρχή της αποβάθρας.
-Κάποιος είναι ξαπλωμένος κάτω, μάλλον ναρκομανής Του απάντησα και το πρόσωπό του έδειξε να αλλάζει σαν να ησύχασε με τα λόγια μου.
-Κατάλαβα, μου είπε. Κάθε μέρα τα ίδια. Δεν ξέρεις πόσους απ' αυτούς βρίσκουμε κάθε μέρα.
Άλλαξε το βήμα του σε πιο αργό, είχε ηρεμήσει και άρχισε να μασάει ξανά την τσίχλα του. Έμοιαζε σαν να πήγαινε για δουλειά ρουτίνας και σίγουρα όχι για να σπεύσει σε κάποιον που βρίσκεται σε ανάγκη.
Δεν έκοψα το βήμα μου και έτσι βρέθηκα αρκετά μπροστά του όταν έφτασα κοντά στον ξαπλωμένο άντρα.
Γύρω του δυο ένστολοι της ιδιωτικής εταιρίας ασφάλειας και ένας με πολιτικά και ασύρματο στο χέρι που μίλαγε σε κάποιον. Ο ένας από τους σεκιούριτι φώναζε στο κινητό του.
-Γρήγορα.... Κάτω είναι, στις αποβάθρες. Κάτω σου λέω....γρήγορα..γρήγορα..
Ο άλλος έσκυψε να διαπιστώσει σε τι κατάσταση βρισκόταν ο άντρας.
Οι αποβάθρες είχαν ελάχιστο κόσμο. Δυο τρεις σε κοντινή απόσταση από τον πεσμένο άνθρωπο, άλλοι τόσοι παραπέρα. Μου φάνηκε πως ο νέος με το κουστούμι και τη βαλίτσα στο χέρι δεν ήταν πια εκεί Το ίδιο και η κοπέλα με την αλογοουρά Ίσως όμως να κάνω και λάθος.
Στο μυαλό μου έφερα την εικόνα των νοσοκόμων να τον κουβαλούν πάνω σε φορείο. Φαντάστηκα πως το χέρι του έπεσε στο πλάι στο φορείο καθώς ανέβαιναν βιαστικά τα σκαλοπάτια.
Το επόμενο τρένο σταμάταγε στο σταθμό.
Ένα ξάφνιασμα ήταν αυτό που ένιωσα, μάλλον και οι υπόλοιποι γύρω, καθώς με μια λαστιχένια κίνηση του κορμιού του ο άντρας σηκώθηκε με μιας!
-Καλά είμαι. Καλά είμαι σου λέω. Είμαι εντάξει.
Η πόρτα του πρώτου βαγονιού άνοιξε.
Ο άντρας μπήκε στο τρένο προσπαθώντας να κρατήσει ίσιο το βήμα του.
Όλοι στην αποβάθρα έμειναν άφωνοι, έκπληκτοι από το γεγονός.
Μπήκαμε κι εμείς στο τρένο.
Όχι όμως στο ίδιο βαγόνι.